Ως πότε θα τους επιτρέπουμε να μας κυριαρχούν;
Τα τελευταία δέκα χρόνια με την ραγδαία ανάπτυξη του διαδικτύου και της τεχνολογίας, οι άνθρωποι εκτός από την πραγματικότητα που ζουν καθημερινά έχουν και μία άλλη ζωή, στον online κόσμο. Αυτός ο κόσμος αποτελείται από φίλους, γνωστούς, αγνώστους, οικογένεια. Πρόσωπα που έχουμε και στην πραγματικότητα κοντά μας, αλλά και πρόσωπα που ζουν χιλιόμετρα μακριά ή και στην διπλανή πόρτα που ωστόσο δεν τα έχουμε γνωρίσει προσωπικά. Το διαδίκτυο έχει επιτρέψει στους ανθρώπους να ταξιδεύουν με μερικά κλικ από τη μία άκρη του κόσμου στην άλλη, σε δευτερόλεπτα, γνωρίζοντας άτομα και υπηρεσίες είτε μέσω συνομιλιών είτε απλά βλέποντας το προφίλ και τα ενδιαφέροντα των προσώπων αυτών.
Άλλη μία δυνατότητα που έδωσε το διαδίκτυο στον κόσμο είναι η δημοσιότητα (κυρίως μέσω των social media) και η ελεύθερη έκφραση απόψεων, στάσεων, κριτικών για θέματα που άπτονται της πραγματικότητας. Αυτή η ελευθερία, παρότι αποτελεί πανανθρώπινο δικαίωμα και αγαθό, πολλές φορές χρησιμοποιείται με τρόπο που καταπατά άλλα δικαιώματα. Στο σημείο αυτό γίνεται λόγος για άσκηση προπαγάνδας, για παραπληροφόρηση, για άσκηση επιθετικής ή και προσβλητικής κριτικής ακόμα και για τάση λεκτικής κυριαρχίας και επιβολής. Υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που δέχονται λεκτική επίθεση στο διαδίκτυο. Οι άνθρωποι κρυμμένοι πίσω από οθόνες υπολογιστών, από πλαστές φωτογραφίες και ψευδώνυμα (ή και όχι), πολλές φορές συμπεριφέρονται με επιθετικό τρόπο (είτε υποχθόνια είτε φανερά), απέναντι σε χρήστες του διαδικτύου που απλά διαφέρουν ή διαφωνούν με τους πρώτους. Η διαφορετικότητα, λοιπόν, δέχεται κριτική˙ δέχεται επίθεση και αποκλεισμό.
Μία διαφορετικότητα που μπορεί να ξεκινά από τις πολιτικές απόψεις, τη θρησκεία, την εθνικότητα και να φτάνει μέχρι τη σεξουαλική επιλογή και την εμφάνιση.
Στο εργαστήρι που πραγματοποιήθηκε, λοιπόν, στο πλαίσιο διεξαγωγής του 2ου Ελληνογερμανικού Φόρουμ Νεολαίας (2nd Greek-German Youth Forum), σχετικά με τη λεκτική επίθεση στο διαδίκτυο (hate speech), έγινε μία πολύ ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων, προβληματισμών και τεχνικών αντιμετώπισης της διαδικτυακής λεκτικής βίας ενάντια τριών περιπτώσεων διαφορετικότητας. Η κα Ουρανία Ράπτη, μέλος της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας Εναλλακτική Καινοτόμα Ανάπτυξη (AID) και υπεύθυνη ομιλήτρια του σεμιναρίου, ζήτησε από τους συμμετέχοντες να χωριστούμε σε τρεις ανάμεικτες ομάδες με Έλληνες και Γερμανούς αντίστοιχα, να γνωριστούμε μεταξύ μας και να αναλάβει η κάθε ομάδα την παρουσίαση μίας ξεχωριστής περίπτωσης.
Πιο συγκεκριμένα, υπήρχαν οι εξής θεματικές: α) Δύο μουσουλμάνοι φοιτητές δέχονται λεκτική επίθεση στο διαδίκτυο από ομάδα συζήτησης που υποστηρίζει ότι όλοι οι μουσουλμάνοι είναι επικίνδυνα μέλη της ISIS, β) Ένας νέος γκέι ηθοποιός δέχεται λεκτική επίθεση στο διαδίκτυο από άτομα που ανεβάζουν στη διεύθυνσή του στο Facebook προσβλητικό οπτικοακουστικό υλικό, γ) Μία ομάδα από πέντε Αυστριακούς συμμετέχουν σε ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που διεξάγεται στη Νότια Ευρώπη και δέχονται απειλητικά μηνύματα σε διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στο ηλεκτρονικό τους ταχυδρομείο, λόγω της σκληρής θέσης που κράτησε η Αυστρία απέναντι στην ευρωπαϊκή οικονομική ενίσχυση των φτωχών χωρών γύρω από τη Μεσόγειο θάλασσα (μη πραγματικό γεγονός). Αυτό που είχε να κάνει η κάθε ομάδα ήταν να συνεργαστούν τα μέλη της στην εύρεση των παραγόντων και των συνεπειών της θεματικής τους και να προτείνουν αποτελεσματικές λύσεις.
Περνώντας τώρα στην προσωπική μου εμπειρία θα εκφράσω την άποψή μου για τα οφέλη που αποκόμισα εγώ από την τριβή μου με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας και πως άλλαξε η οπτική γωνία που προσέγγισα αρχικά το θέμα που μας δόθηκε για τους μουσουλμάνους που παραγκωνίστηκαν επειδή δήθεν όλοι οι μουσουλμάνοι είναι μέλη της ISIS.
Αρχικά, δεδομένου ότι σπουδάζω δημοσιογραφία το πρώτο που σκέφτηκα είναι ότι τα ΜΜΕ με τον καταιγισμό των πληροφοριών, την μονόπλευρη προβολή των πραγμάτων και την εμμονή σε θέματα που ο κόσμος αγνοεί, χειραγωγούν συνειδήσεις και καλλιεργούν υποσυνείδητα απόψεις και αντιλήψεις που δεν υφίστανται. Έτσι, οι πολίτες βλέπουν στα Μέσα ότι η ISIS απαρτίζεται από μουσουλμάνους, διαπράττει εγκλήματα, άρα όλοι οι μουσουλμάνοι είναι εγκληματίες και μέλη της ISIS. Η αλήθεια είναι πως κάθε κοινωνία που είναι έξω από τη μουσουλμανική θρησκεία και κουλτούρα, αγνοεί το τί είναι οι μουσουλμάνοι, τί είναι η ISIS, τί είναι το Τζιχάντ, γιατί γίνεται πόλεμος στη Συρία.
Επίσης, άλλη μία αλήθεια είναι πως πολλοί αρκούνται στην ενημέρωση που λαμβάνουν από τα ΜΜΕ και δεν διεξάγουν προσωπική έρευνα για να σχηματίσουν τη δική τους άποψη. Για αυτό οι άνθρωποι κάνουν γενικεύσεις και δεν αξιολογούν με λογική. Με βάση το σκεπτικό αυτό, ανέφερα στα μέλη της ομάδας πως κατά την άποψή μου βασικός παράγοντας της λεκτικής βίας στο διαδίκτυο ενάντια των μουσουλμάνων είναι τα ΜΜΕ και η πλαισίωση του συγκεκριμένου θέματος. Ωστόσο, μία κοπέλα πρόσθεσε ότι δεν είναι μόνο τα ΜΜΕ αιτία, ο βαθύτερος παράγοντας είναι ο φόβος για το διαφορετικό. Οι μουσουλμάνοι είναι κάτι άγνωστο για τους χριστιανούς, είναι διαφορετικοί. Σε ό,τι υπάρχει κάτι ξένο δημιουργείται φόβος και άμυνα χωρίς να υπάρχει απαραίτητα κίνδυνος. Οι άνθρωποι που είναι θύτες λεκτικής βίας στο διαδίκτυο πολλές φορές δεν το αντιλαμβάνονται. Αλλά πίσω από τις οθόνες δεν υπάρχει εικονικότητα, υπάρχουν ζωντανοί οργανισμοί που αισθάνονται θλίψη, απόρριψη, μοναξιά, θυμό και διάφορα άλλα που επιδρούν τόσο στην ψυχολογία τους όσο και στην κοινωνικοποίησή τους.
Άλλοι παράγοντες που οδηγούν τα άτομα σε άσκηση λεκτικής βίας στο διαδίκτυο είναι ότι επιλέγουν να ζουν σε μία «φούσκα» στην οποία δεν επιτρέπουν τίποτα διαφορετικό να εισχωρήσει. Για παράδειγμα, ένα άτομο που έχει μία συγκεκριμένη τάση για το ρατσισμό επιλέγει από μόνο του να διαβάζει άρθρα που ενισχύουν αυτή τη θέση, επιλέγει ομάδες που συμβαδίζουν με αυτό και οτιδήποτε διαφέρει το απορρίπτει, το παραγκωνίζει, του επιτίθεται από φόβο, άμυνα και ισχυρογνωμοσύνη. Έτσι, τα άτομα αυτά ζουν σε μία «φούσκα» που υπάρχει μόνο αυτό που πιστεύουν οι ίδιοι και ο μικρόκοσμός τους. Ωστόσο, είναι επιλογή του καθενός να πιστεύει ό,τι θέλει αλλά αυτό δεν συνεπάγεται πως η άποψη και η ελευθερία έκφρασής της, επιτρέπει την προσβολή και την παραβίαση των δικαιωμάτων των υπολοίπων.
Όσο, λοιπόν, δεν θα υπάρχουν κυρώσεις από το νόμο και την πολιτεία, τόσο θα συνεχίζεται να υφίσταται αυτή η πραγματικότητα. Για αυτό το λόγο καθίσταται αναγκαίο να εφαρμόζονται κυρώσεις σε όσους με περισσή ευκολία καταδικάζουν, δυσφημούν, αμαυρώνουν την προσωπικότητα και την υπόσταση κάποιου άλλου ανθρώπου. Οι θύτες από την πλευρά τους βρίσκονται ευάλωτοι, αποξενωμένοι και περιορίζονται σε κοινωνικές ομάδες που γίνονται αποδεκτοί προσπαθώντας να εξηγήσουν το λόγο της συμπεριφοράς που βιώνουν. Κάποιοι παθαίνουν κατάθλιψη, άλλοι ντρέπονται για την καταγωγή και τη θρησκεία τους, άλλοι όμως αντιδρούν, μιλούν, υπερασπίζονται αυτό που είναι και ό,τι πρεσβεύουν σε αυτόν τον κόσμο.
Μετά από την εύρεση των αιτιών και των συνεπειών καταλήξαμε ως ομάδα στην αναζήτηση λύσεων. Ειδικότερα, επειδή επρόκειτο για μουσουλμάνους φοιτητές, θεωρήσαμε πως θα ήταν αποτελεσματική η συστηματική διοργάνωση εκπαιδευτικών σεμιναρίων και εργαστηρίων στο πανεπιστήμιο, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών που άσκησαν τη βία και αυτών που τη βίωσαν, μαζί με την υπόλοιπη πανεπιστημιακή κοινότητα. Έτσι μέσω της συνεργασίας και της ομαδικότητας, μέσα από δραστηριότητες και διαλέξεις θα μάθαιναν βασικά στοιχεία ο ένας για τον άλλον με αποτέλεσμα να νιώθουν πιο οικεία. Επιπλέον, η συνεργασία για την επίτευξη ενός κοινού σκοπού θα επέτρεπε στους φοιτητές να αφήσουν στην άκρη τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα, με αποτέλεσμα να αντιληφθούν από μόνοι τους πως ως άνθρωποι χριστιανοί, μουσουλμάνοι, καθολικοί δεν διαφέρουμε παρά μόνο στις συνήθειες και την κουλτούρα.
Έπειτα, σε περίπτωση που κάποιος φοιτητής ακόμα και μετά από τέτοιες πρακτικές συνεχίζει να υιοθετεί ρατσιστικές στάσεις που φέρουν αρνητικό αντίκτυπο σε άλλους (λεκτική βία), το πανεπιστήμιο θα ήταν καλό να ορίσει ως ποινή την καταγραφή των γεγονότων αυτών στην καρτέλα του φοιτητή για ενημέρωση όλων των εκπαιδευτικών φορέων και οργανισμών, έτσι ώστε ο φοιτητής να είναι υπό συχνή παρακολούθηση για πιθανή δημιουργία προβλημάτων και συγκρούσεων σε εκπαιδευτικούς χώρους. Ας μην ξεχνάμε ότι τα πανεπιστήμια είναι κέντρα γνώσεων και προσωπικής εξέλιξης. Οι φοιτητές καλούνται να αποκτήσουν κριτική σκέψη και να διευρύνουν τους ορίζοντές τους σε πολλούς τομείς. Όταν υφίστανται ρατσιστικά επεισόδια από μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας είναι φανερό πως κάποιοι φορείς αγωγής και κοινωνικοποίησης έχουν αποτύχει το σκοπό τους. Αυτό είναι ευθύνη όλων και αγγίζει σημαντικά την κοινωνία, οπότε πρέπει να αντιμετωπίζεται άμεσα.
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, η προσωπική μου εμπειρία από το συγκεκριμένο σεμινάριο ήταν σίγουρα επιμορφωτική και χρήσιμη για πολλούς λόγους. Ο κυριότερος είναι πως κατάφερα να συνεργαστώ με ανθρώπους από Ελλάδα και Γερμανία, να ακούσω άλλες απόψεις, άλλες οπτικές γωνίες βλέποντας έτσι καίρια θέματα (όπως την ομοφυλοφιλία, τους μουσουλμάνους) και από την άλλη πλευρά.
Στο σημείο αυτό, θεωρώ πως αξίζει να αναφερθεί ότι δεδομένης της πολιτικο-οικονομικής σχέσης μεταξύ Ελλάδας-Γερμανίας και άλλων ιστορικών γεγονότων, η Γερμανία από την Ελλάδα και τους πολίτες της σε πολλές περιπτώσεις αντιμετωπίζεται εχθρικά ή με προκατάληψη. Ως πολίτης λοιπόν, αυτής της χώρας και δεδομένου ότι συναναστράφηκα με πολλούς Γερμανούς τις τελευταίες τρείς ημέρες λόγω του Ελληνο-Γερμανικού Φόρουμ Νεολαίας, οφείλω να ομολογήσω πως δεν υπάρχουν λόγοι για προκαταλήψεις, έχθρες και αντιπαλότητες. Όταν γνωρίζεις από κοντά αυτό πού αγνοείς, αυτό που σε τρομάζει ή σε φοβίζει, όταν έρχεσαι σε τριβή μαζί του, τότε καταλαβαίνεις πως πολλά πράγματα είναι σκευάσματα του νου και των συμφερόντων των πολιτικών ηγεσιών. Η Ελλάδα αποτελείται από Έλληνες πολίτες, η Γερμανία από Γερμανούς πολίτες και η εικόνα/ στάση των ανθρώπων αυτών δεν έχει καμία σχέση με τα πολιτικά και τα οικονομικά δρώμενα.
Text and Picture: Julie Tsernaki, School of Journalism and Mass Communications of Aristotle University of Thessaloniki- Greece #AUThJournalists