Το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας αποτελεί το όραμά της: η Σίγκριτ Σκαρπέλης-Σπερκ αγωνίζεται περισσότερα από δέκα χρόνια για τη δημιουργία του. Η σοσιαλο-δημοκράτισσα και πρόεδρος της Ένωσης Ελληνογερμανικών Εταιρειών, μιλά στο συνέδριο νεολαίας στο Μπαντ Χόννεφ με την agorayouth.com για τα κίνητρά της – και τον τρόπο με τον οποίο αυτός ο στόχος έχει συνδεθεί με τη ζωή της.
Κυρία Σκαρπέλης-Σπερκ, αγωνίζεστε εδώ και χρόνια για ένα Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας. Πότε σας προέκυψε η ιδέα αυτή?
Σίγκριτ Σκαρπέλης-Σπερκ: Την πρώτη φορά σε μια ομιλία στο Μπαντ Μπολλ: Το έτος 2000 συναντηθήκαμε με τον κοινωφελή Σύλλογο „Κατά της λήθης – Υπέρ της Δημοκρατίας “ σχετικά με τα γερμανικά εγκλήματα πολέμου. Οι προτάσεις μου εκεί, δεν νοούνταν στο πλαίσιο της καταβολής αποζημίωσης, αλλά ως μια σπουδαία αλληλέγγυα παροχή προς την Ελλάδα. Μια πρόταση περιελάμβανε την εξυγίανση του οικολογικά επιβαρυμένου Βορρά, μια άλλη αφορούσε ένα μεγάλο πρόγραμμα εκπαίδευσης και κατάρτισης των νέων. Τότε ένας εκ των μεγάλων ελληνικών αγωνιστών της αντίστασης είπε: Εμείς οι παλαιότεροι μπορούμε να παραιτηθούμε από τις αξιώσεις, οι νέοι είναι πιο σημαντικοί. Δυστυχώς το Υπουργείο Εξωτερικών με επικεφαλής τον Γιόσκα Φίσερ απέρριψε τότε την πρότασή μου, η οποία υποστηριζόταν και από τον Χανς-Γιόχεν Φόγκελ.
Και πώς τελικά προέκυψε 14 χρόνια αργότερα το Ίδρυμα Νεολαίας?
Στις διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό του Μεγάλου Κυβερνητικού Συνασπισμού, με ρώτησε ο Άξελ Σέφερ, αναπληρωτής πρόεδρος της ΚΟ του SPD: „Τι πιστεύεις, να θίξουμε το θέμα;“ Αυτή δεν ήταν ερώτηση που αφορούσε αποκλειστικά την Ελλάδα. Είχα τρεις προτάσεις: τερματισμό της πολιτικής λιτότητας – εξάλλου δεν πέτυχε. Η δεύτερη πρόταση ήταν η παροχή μιας πραγματικής εγγύησης απασχόλησης των νέων στην Ευρώπη και μέσω αυτής η αποφυγή μιας χαμένης γενιάς (Lost Generation) στο Νότο της Ευρώπης – που και αυτή δεν υπήρχε δυστυχώς στο κείμενο συμφώνου του Συνασπισμού. Και η τρίτη ήταν η παράκληση για τη δημιουργία ενός Ελληνογερμανικού Ιδρύματος Νεολαίας. Και αυτό εγκρίθηκε. (η έκφραση της φωτίζεται)
Στο Συνέδριο Νεολαίας εδώ στο Μπαντ Χόννεφ τέθηκε – και από τους Έλληνες εκπροσώπους– το ερώτημα: Γιατί θα πρέπει να υπάρξει ένα Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας;
Είμαι πεπεισμένη, ότι το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας μπορεί να δημιουργήσει πιο ισχυρούς δεσμούς από ότι οι προκάτοχοί του, δηλαδή το Γαλλογερμανικό και το Πολωνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας. Υπήρχαν και υπάρχουν πολλοί Έλληνες μετανάστες σε εμάς και πολλοί εξ αυτών (πάνω από 600.000 άνθρωποι), οι οποίοι έχουν επιστρέψει στην πατρίδα τους. Αυτό είναι σημαντικότερο από χρήματα, γιατί πρόκειται για ανθρώπους που ενσωματώθηκαν καλά στην κοινωνία, είναι καλά καταρτισμένοι και στα δύο κράτη, εν συντομία, πρόκειται για ένα ανθρώπινο δυναμικό, το οποίο θα πρέπει και τα δύο έθνη να το αξιοποιήσουν προς όφελος των δυο κρατών και της Ευρώπης. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε πολλές περισσότερες δυνατότητες από μια απλή τυπική ανταλλαγή νέων.
Και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα αυτού;
Έχουμε μια Ευρώπη, την οποία πολλοί άνθρωποι βλέπουν ως μια Ευρώπη των γραφειοκρατών, μια Ευρώπη με λομπίστες, μια Ευρώπη των κορυφαίων ενώσεων και ένα Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο ευτυχώς, έχει κάποια περισσότερα δικαιώματα, που ωστόσο ακόμα δεν έχει τον τελευταίο πολιτικό λόγο, ως εκλεγμένο όργανο του λαού. Και αυτό, οι άνθρωποι το αντιλαμβάνονται. Το κεντρικό ερώτημα είναι: Τι κάνουν οι άνθρωποι; Η Ευρώπη θα επιβιώσει μόνο όταν η νεολαία κάθε επικοινωνήσει και γνωριστεί μεταξύ της, υπάρχει αμοιβαία κατανόηση και αναπτυχθούν κοινά οράματα για το μέλλον.
Ένα μεγάλο όραμα. Ωστόσο, το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας θα μπορέσει να αποτελέσει μόνο ένα λιθαράκι στο όλο οικοδόμημα.
Ναι, πράγματι αποτελεί μόνο ένα λιθαράκι. Ωστόσο, μικρό δεν θα το έλεγα διότι χωρίς την ανταλλαγή των ατόμων, δε θα μπορέσει να λειτουργήσει. Δεν αρκεί να παρουσιάσεις στους νέους μια πολιτική ή οικονομική διάλεξη. Η από καρδιάς ενασχόληση και οι προσωπικές γνωριμίες είναι απαραίτητες. Η ίδια ήμουν παντρεμένη 40 χρόνια με Έλληνα – μέχρι που απεβίωσε. Υπάρχει αυτή η όμορφη ρήση: L’Europe cest fait par l’amour. Η Ευρώπη δομείται από αγάπη και φιλικές σχέσεις – και όχι μόνο από γραφειοκρατικές διαδικασίες και πολιτικές αποφάσεις. Από αυτήν την άποψη, το Ίδρυμα Νεολαίας μπορεί να συνδράμει δραστικά.
Όμως οι ελληνο-γερμανικές σχέσεις, με την έναρξη της κρίσης, δεν ήταν και αρμονικές. Υπάρχει στην ελληνική πλευρά κάποιο αντίστοιχος μέρος που προάγει το όραμα αυτό;
Όχι, επί του παρόντος η ελληνική πλευρά έχει πιεστεί πάνω από τις δυνατότητες της. Ωστόσο, δεν θέλαμε να χάσουμε την ιστορική αυτή ευκαιρία, να απαγκιστρωθεί θεσμικά το Ίδρυμα Νεολαίας στις διαπραγματεύσεις του κυβερνητικού συνασπισμού. Μια τέτοιου είδους ευκαιρία παρουσιάζεται μια φορά στα εκατό χρόνια. Στη συνέχεια, η ίδια δεν ήμουν σίγουρη για το αποτέλεσμα. Στα 13 αυτά χρόνια παρέμεινα δραστήρια εκ πεποιθήσεως και σκόπευα να συνεχίσω τις προσπάθειες. Ευτυχώς όμως όλα πήγαν καλά.
Πώς αντέδρασε η ελληνική πολιτική;
Ασφαλώς η ελληνική πλευρά αιφνιδιάστηκε περισσότερο από τη γερμανική. Θα πρέπει όμως να γίνει αντιληπτό: η ελληνική δημόσια διοίκηση έχει φτάσει στην κρίση στα όριά της. Οι μισθοί έχουν περικοπεί κατά το ένα τρίτο, πολλοί δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι έχουν συνταξιοδοτηθεί πρόωρα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εκτελούν τα καθήκοντα τους ενώ έχουν στη διάθεσή τους τρία τέταρτα των προηγούμενων κονδυλίων τους, χωρίς επιπλέον διαθέσιμο προϋπολογισμό. Ασφαλώς, κανείς μας δεν θα ενθουσιαζόταν υπό αυτές τις συνθήκες να αναλάβει επιπλέον καθήκοντα. Θα πρέπει να ασχοληθούμε σοβαρά με τις ιδέες τους και να επενδύσουμε στην παροχή υποστήριξης για τους νέους και την εκπαίδευση και κατάρτισή τους, διότι αυτό είναι προς όφελος της ελληνικής νεολαίας και συνεπώς όλου του ελληνικού έθνους.
Υπήρξε κάποια αντίδραση από την πλευρά της κοινωνίας;
Οι κακοπροαίρετοι από τα άκρα της δεξιάς φρόντισαν να δείξουν γρήγορα τη δυσπιστία τους: το Ίδρυμα Νεολαίας θα εξυπηρετήσει την εικόνα της Μέρκελ. Και σε αυτούς απαντώ: ο θεσμός δεν ήταν ιδέα της κυρίας Μέρκελ. Ακριβώς το αντίθετο, η ιδέα ήρθε από τη βάση και αποφασίστηκε ομόφωνα στο ετήσιο συνέδριο της Ένωσης των Ελληνογερμανικών Εταιρειών στο Μπάμπεργκ. Και πρόκειται να λειτουργήσει μόνο εάν στηριχθεί από τη βάση. Για το λόγο αυτό πρέπει να ξεκινήσουμε το έργο μας από τους ανθρώπους και όχι μόνο από τα υπουργεία- εξ αυτών πολλοί συμμετέχουν στο συνέδριο. Ανθρώποι, οι οποίοι καταρχήν θα αναρωτηθούν: τι θέλουν οι Γερμανοί; Μετά θα πρέπει να εξετάσουν, τι επιθυμούν οι ίδιοι να συνεισφέρουν. Και τι χρειάζονται. Πάνω σε αυτό, οι Ελληνογερμανοί θα παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο, λόγω του ότι γνωρίζουν και τα δύο κράτη και τα συστήματά τους.
Και ποια θα είναι τα επόμενα βήματα;
Θα πρέπει να είμαστε υπομονετικοί και να υποστηρίξουμε τις ιδέες μας. Οι Έλληνες μπορούν να πάρουν μια λευκή κόλλα χαρτί. Στη μια πλευρά να γράψουν τα θετικά και στην άλλη τα αρνητικά σημεία. Εν τέλει θα δούνε, ότι μπορεί να προκύψει κάτι καλό για την Ελλάδα – όμως μόνο, εφόσον συνεργαστούμε όλοι από κοινού. Φυσικά πολλοί Έλληνες φοβούνται την «φυγή των εγκεφάλων“ (Braindrain), τη μετανάστευση των καλύτερων και καλύτερα εκπαιδευόμενων πολιτών. Σε αυτούς απαντώ: αυτή συμβαίνει ούτως ή άλλως. Εάν το 60 τοις εκατό των νέων Ελλήνων δεν εργάζεται, τότε θα πρέπει να φύγουν, ειδάλλως θα καταστραφούν. Τα άτομα αυτά δεν θα αποκτήσουν εργασία μέσω του Ιδρύματος Νεολαίας, ωστόσο θα μάθουν και άλλα πράγματα και ίσως γνωρίσουν νέες δυνατότητες απασχόλησης και επιμόρφωσης. Με τον τρόπο αυτό γινόμαστε πιο άμεσοι, πιο καινοτόμοι και αναλογιζόμαστε νέες ευκαιρίες στη χώρα μας. Εκτός αυτού: η αμφιβολία και η απελπισία δεν αποτελούν λύση. Όπως επίσης: το παρελθόν μας έχει δείξει: από τη Γερμανία επιστρέφεις στην πατρίδα σου ευκολότερα και γρηγορότερα από ότι αν έχει μεταναστεύσει στις ΗΠΑ ή τον Καναδά.
Ο φόβος είναι ωστόσο κατανοητός.
Στην περίπτωση αυτή λέω πάντα, σκεφτείτε τη μαζική μετανάστευση της δεκαετίας του ’60. Στην Ελλάδα επικρατούσε φτώχεια, για αυτό μετανάστευαν. Πολλοί όμως επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Δεν πρόκειται λοιπόν για απώλεια, γιατί και οι δύο πλευρές βγήκαν κερδισμένες. Και ακόμα σημαντικότερο: Οι ευκαιρίες και για τα δύο κράτη αυξάνονται. Η ελληνική πλευρά ωστόσο θα πρέπει να κάνει μόνη της τον απολογισμό. Και δεν μπορούμε να απαιτήσουμε από το τμήμα του ελληνικού τύπου, που απεικονίζει την κυρία Μέρκελ μ’ ένα μουστάκι τύπου Χίτλερ, να μας κρίνει θετικά. Δεν θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας το κομμάτι αυτό, όσο να μιλάμε ανοιχτά με τους „σώφρονες“ για προβλήματα και ευκαιρίες. Το ίδιο ισχύει και για τον στην Γερμανία.
Στο Ελληνογερμανικό Συνέδριο Νεολαίας συμμετέχουν πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι οργανώνουν εδώ και χρόνια τις ανταλλαγές μεταξύ των δύο χωρών. Με ποιο τρόπο μπορεί το Ίδρυμα Νεολαίας να βοηθήσει τους ανθρώπους αυτούς; Αφορά κυρίως το γεγονός ότι τα προγράμματα θα χρηματοδοτούνται πλέον ευκολότερα;
Ναι, αφορά κυρίως αυτό: περισσότερο και ευκολότερα. Μέχρι στιγμής έχουμε συνεργαστεί μόνο με ελάχιστους δήμους, αυτοί έχουν όμως όλο και λιγότερα χρήματα στη διάθεση τους – και όχι μόνο στην Ελλάδα. Χρειαζόμαστε μια συστηματική και σοβαρή χρηματοδότηση του έργου μας. Όπως χρειαζόμαστε και υποστήριξη, για να καλύψουμε τους γλωσσικούς φραγμούς και τα εμπόδια των διαφορετικών εκπαιδευτικών συστημάτων. Αυτό είναι σε θέση να το παρέχει μόνο ένας οργανισμός, ο οποίος θα συγκεντρώνει και θα αξιοποιεί τις διάφορες εμπειρίες. Έχουμε το πλεονέκτημα των πολλών Ελληνο-Γερμανών στη Γερμανία και των Ελλήνων και Ελληνίδων που επέστρεψαν από τη Γερμανία. Βλέπω, το συνέδριο στο Χόννεφ ως μια εναρκτήρια εκδήλωση. Όποιος περιμένει να έχουν διεκπεραιωθεί τα πάντα μέσα σε ένα χρόνο, θα απογοητευτεί. Είναι επίσης λάθος αν θεωρήσουμε ότι τα πρώτα βήματα δεν θα περιχέουν και λάθη. Και λοιπόν;
Το πλέον σημαντικό είναι η βούληση για αμοιβαία προσέγγιση, των ανθρώπων και των λαών, και η προσπάθεια κατανόησης των σφαλμάτων.
The German version is also on the website (here is the link)
Dieses Werk ist lizenziert unter einer Creative Commons Namensnennung – Nicht-kommerziell – Weitergabe unter gleichen Bedingungen 3.0 Deutschland Lizenz. Picture: Caspar Tobias Schlenk